ΦΤΕΡΑ ΕΝΩΜΕΝΑ

Δεμένος στα κελάρια του μυαλού,
με ένα χάδι, που φέρνει πρόσωπα και λόγια,
δικές μου στιγμές.. εικόνες απ΄ αλλού
μεσ΄ τη βαριά τη νύχτα στα υγρά υπόγεια.


Αγκάλες ανθισμένες, και στητές
σ΄ένα κλεμμένο όνειρο μιας νύχτας
σκόρπιες ιδέες και οι σκέψεις κεντητές
εκεί απόμερα, στην άκρη της προβλήτας.


Λες και γυρεύω ένα σώμα για να μπω,
μια ψυχή για να συγκατοικήσω
μη και μπορέσω να απελευθερωθώ
παραμυθένια τη λοιπή ζωή να ζήσω.


Και ξάφνου να.... σηκώθηκ΄ άνεμος ζεστός
τ΄αγκαλιασμένα μας κορμιά για να θερμάνει,
μέσα στην ψύχρα είν΄ ο μόνος αρεστός
σα νάν΄ απάγκιασμα σ΄ απάνεμο λιμάνι.


Το όνειρο την πήρε τη μορφή,
σάρκα!...η αγκαλιά σου και ζεστό το λιμανάκι
το άρωμά σου γιασεμί, ως την κορφή
του πέρατος χτυπά το καμπανάκι.


Γεννήθηκα με βάσανα, ποτίστηκα με θλίψη
και τράφηκα με λάφυρα που ήταν επιχρισμένα,
τα παραδείσια όνειρα κι αυτά μου έχουν λείψει
μέχρι που από το δάκρυ σου γίναν διανθισμένα.


Σαν τα αστέρια τα μικρά, αυτά τα μακρινά
που χάνονται και φαίνονται για μια στιγμή μονάχα,
ταξίδεψα χρόνο πολύ σε μέρη αλαργινά,
εσένα έψαχνα να βρω και την καρδιά σου νάχα.


Σίγουρος για το σμίξιμο κι αδύναμη η σάρκα
μ΄ αυτή θα γίνει δυνατή, με τυχερή τη μοίρα,
σαν ενωθούν τα δυο φτερά και οι καρδιές στη βάρκα
δε με φοβίζ΄ η θάλασσα ούτε και η πλημμύρα.


Ούτε κι αυτός ο χρόνος πια ποτέ δε θα μπορέσει
να καταργήσει τη ζωή και να μου πει «εκλάπη»
γιατ΄ η πνοή μου ξαγρυπνά, στα στήθη σου έχει θέση,
μεσ΄ τη δική σου αγκαλιά πλεγμένη από αγάπη.
΄

Δεν ξέρω πια που βρίσκομαι ούτε και που βαδίζω,
όμως υπάρχω στη ζωή, ζωή χωρίς φθορά,
έχω εσένα οδηγό, άλλο πια δε γνωρίζω
αφού η κάθε σκέψη μου μαζί σου προχωρά.!!!