Η ΜΥΓΔΑΛΙΑ


Ο βοριάς εφύσηξε με δύναμη τιτάνων
κι όλα τα δένδρα έσκυψαν, μετάνοιες του κάνουν,
τα δε πουλιά μεσ΄τη φωλιά που έτρεμε κρυφτήκαν
κι όλα τ΄αγριολούλουδα κοπήκαν και χαθήκαν.

Αλλ΄ένα δένδρο τόσο δα, μικρό με μεγαλείο
εκεί αντίκρυ απόμερα, σφιγμένο απ΄το κρύο,
μοσχομύριζ΄ άρωμα και τα άνθη του κουνούσε
κι ο βοριάς  μετέφερε και τ΄ άρωμα πετούσε.

Τόριχν΄εδώ, τόριχν΄εκεί, το πέταγε πιο πέρα
κι όλη η πλάση μύρισε εκείνη την ημέρα,
μύρισε την άνοιξη που ήρθε κι είχε φθάσει
κι ο χειμώνας μονομιάς χάθηκε στα δάση.

Αυτή λοιπόν η μυγδαλιά π΄ανθίζει το χειμώνα
κι αντέχει μεσ΄την παγωνιά κι όλο τα καταφέρνει,
πρώτη απ΄όλα τα δεντρά τα άνθη βάζει κορώνα
κι είναι σταλμέν΄απ΄το Θεό, την άνοιξη να φέρνει.!