ΖΩΓΡΑΦΙΣΕΣ


Ζωγράφισες γυάλα με χρώματα χίλια
κι απ΄έξω τη στόλισες με πλήθος κοχύλια
και φιόγκο της έβαλες χρυσό περιστέρι,
την έκανες τέλεια, την πήρες στο χέρι
και πήγες και τη σήκωσες, την έφτασες στ΄αστέρια
για να μη σου την αγγίξουνε καθόλου ξένα χέρια.



Ζωγράφισες γυάλα ίδια σαν οπτασία,
τη γέμισες θάρρος, αλλά και φαντασία,
της έδωσες νόημα, ουσία και χάρη,
την έβαλες δίπλα εκεί στο φεγγάρι
και μέσα της ήθελες να κλείσεις εμένα
με χέρια πλεγμένα και μάτια δεμένα.



Όμως ποτέ δεν έμαθες πως ο αετός πεθαίνει
πάντα σε κορυφή ψιλή και ηλιοσμιλεμένη
κι όχι κλεισμένος σε κλουβί μακριά σε ξένους τόπους
μακριά από φίλους και γνωστούς αλλά και ξέν΄ανθρώπους
όπως εσύ επιθυμείς μέσα να τον εβάλεις
για να μην έχεις τίποτα πλέον να αμφιβάλλεις.!