ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ?


Κοιτώ το ημερολόγιο κι η μέρα παγωμένη
από την ώρα πούφυγες η ίδια πάντα μένει.
Κι ο χρόνος έπαψε κι αυτός να τρέχει με μανία
τίποτα πια δεν προχωρά, σαν μια χαλκομανία.


Της Αφροδίτης το νησί σε πλάνεψε και πήγες
για να το δεις από κοντά για μέρες μόνο λίγες,
όμως εκεί τους ξέχασες τους συγγενείς, τους φίλους
και τώρα γι΄απασχόληση έχεις μονάχα θρύλους.


Μείνε λοιπόν εκεί μακριά, στο δίχτυ πούχες πλέξει,
κράτα και τα πλουμίδια σου κι ότι έχεις συλλέξει
κι άσε εμένα ήσυχο, άσεμε στον καημό μου,
έκανα το κουμάντο μου, το φταίξιμο δικό μου.


Όμως να μη νομίσεις πια, πως ζω στο βόρειο πόλο
γιατί ο ήλιος έπαιξε έναν δικό του ρόλο,
την παγωμένη μου ψυχή τη γέμισε με κρίνα,
τη στόλισε την έλαμψε και είναι σαν βιτρίνα.


Μεσ΄τη βιτρίν΄ αυτή λοιπόν τα βράδια συλλογάται
ο ήλιος ο περήφανος κ΄ύστερ΄ αποκοιμάται
κι όταν ξυπνήσει την αυγή σ΄όλο τον κόσμο λάμπει,
και τη δική μου την ψυχή βλέπουν βουνά και κάμποι.!!!